Schoorsteen στα ελληνικά

Μετάφραση: schoorsteen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τζάκι, καμινάδα, καμινάδας, καπνοδόχου, καπνοδόχο, καπνοδόχων
Schoorsteen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • schoonmaak στα ελληνικά - καθάρισμα, καθαρισμός, καθαρισμού, καθαρισμό, τον καθαρισμό
  • schoonmaken στα ελληνικά - εκκενώνω, καθαρός, εκκαθαρίζω, καθαρίζω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, ...
  • schoorvoeten στα ελληνικά - Ξυρισμένα, Ξυρισμένος, Ξυρισμένο, Shaved, Ξυρισμένες
  • schoot στα ελληνικά - αγκαλιά, γύρο, γύρου, κάτω του υπογαστρίου, γύρων
Τυχαίες λέξεις
Schoorsteen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τζάκι, καμινάδα, καμινάδας, καπνοδόχου, καπνοδόχο, καπνοδόχων