Stichten στα ελληνικά
Μετάφραση: stichten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεγείρω, αναστηλώνω, επιβάλλω, καθελκύω, θεσπίζω, προξενώ, προκαλώ, καθιερώνω, εκτοξεύω, εξαπολύω, αιτία, διαπιστώνω, ορθώνω, σκοπός, ιδρύω, βρήκα, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stevig στα ελληνικά - δύσκολος, γερός, στερεός, εδραίος, ακράδαντα, ουσιαστικός, εταιρία, ...
- steward στα ελληνικά - ακόλουθος, συνοδός, υπάλληλο, συνοδού, θεράποντος, συνακόλουθα
- stichting στα ελληνικά - ίδρυση, ίδρυμα, θεμέλιο, βάθρο, θεμέλια, θεμελίωση, Ιδρύματος
- sticker στα ελληνικά - αυτοκόλλητο, αυτοκόλλητη ετικέτα, αυτοκόλλητης, αυτοκόλλητη, αυτοκόλλητου
Τυχαίες λέξεις
Stichten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεγείρω, αναστηλώνω, επιβάλλω, καθελκύω, θεσπίζω, προξενώ, προκαλώ, καθιερώνω, εκτοξεύω, εξαπολύω, αιτία, διαπιστώνω, ορθώνω, σκοπός, ιδρύω, βρήκα, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
Μεταφράσεις: ανεγείρω, αναστηλώνω, επιβάλλω, καθελκύω, θεσπίζω, προξενώ, προκαλώ, καθιερώνω, εκτοξεύω, εξαπολύω, αιτία, διαπιστώνω, ορθώνω, σκοπός, ιδρύω, βρήκα, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί