Stuur στα ελληνικά
Μετάφραση: stuur, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, τιμονιού, του τιμονιού, στο τιμόνι, το τιμόνι
Μεταφράσεις
- stut στα ελληνικά - στυλοβάτης, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, συμπαράσταση, αλαζονικό, στύλος, ...
- stutten στα ελληνικά - κρατώ, υποστηρίζω, συντηρώ, υποστήριγμα, γέρνω, συμπαράσταση, κλίνω, ...
- stuurmanskunst στα ελληνικά - ναυτιλία, πηδαλιουχία, φτηνό διαμέρισμα επιβάτων πλοίου
- stuurs στα ελληνικά - δριμύς, άγριος, τραχύς, βλοσυρός, σκούρος, ξινός, άσχημος, ...
Τυχαίες λέξεις
Stuur στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, τιμονιού, του τιμονιού, στο τιμόνι, το τιμόνι
Μεταφράσεις: πηδάλιο, δοιάκι, τιμόνι, τιμονιού, του τιμονιού, στο τιμόνι, το τιμόνι