Tiener στα ελληνικά
Μετάφραση: tiener, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έφηβος, εφηβικός, εφήβων, teen, έφηβο, εφηβική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- tien στα ελληνικά - φροντίζω, δέκα, από δέκα, δεκάδα
- tiende στα ελληνικά - δέκατος, δέκατο, δέκατη, δέκατης, δέκατου
- tieren στα ελληνικά - ευημερώ, επιτυγχάνω, ευδοκιμούν, ευδοκιμήσουν, αναπτύσσονται, να ευδοκιμήσουν, ευδοκιμήσει
- tierig στα ελληνικά - άγρυπνος, ζωντανός, τρομάζω, γρήγορος, οξυδερκής, μυτερός, γοργός, ...
Τυχαίες λέξεις
Tiener στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έφηβος, εφηβικός, εφήβων, teen, έφηβο, εφηβική
Μεταφράσεις: έφηβος, εφηβικός, εφήβων, teen, έφηβο, εφηβική