Tijdperk στα ελληνικά
Μετάφραση: tijdperk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποχή, ηλικία, εποχής, περίοδο, την εποχή, περιόδου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- consul στα ελληνικά - πρόξενος, πρόξενο, προξένου, Consul, ύπατος
- deuropening στα ελληνικά - άνοιγμα της πόρτας, πόρτα, θύρα, θύρας, πύλη
- dichtdoen στα ελληνικά - διπλώνω, αποπνιχτικός, πνιγηρός, κοντά, πτυχή, κολλητός, στενή, ...
- hiel στα ελληνικά - τακούνι, φτέρνα, πτέρνα, πτέρνας, φτέρνας
Τυχαίες λέξεις
Tijdperk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποχή, ηλικία, εποχής, περίοδο, την εποχή, περιόδου
Μεταφράσεις: εποχή, ηλικία, εποχής, περίοδο, την εποχή, περιόδου