Toespeling στα ελληνικά

Μετάφραση: toespeling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νύξη, υπαινιγμός, υπαινιγμό, υπαινιγμούς, συνειρμός
Toespeling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dozijn στα ελληνικά - δωδεκάδα, ντουζίνα, δώδεκα, δεκάδες, δωδεκάδες
  • farmacie στα ελληνικά - φαρμακείο, φαρμακείου, φαρμακευτικής, φαρμακευτική, φαρμακείων
  • knagen στα ελληνικά - τσιμπολόγημα, περιτρώγω, ροκανίζουν, ροκανίζω
  • oorveeg στα ελληνικά - ραπίζω, χαστούκι, κόλαφος, σφαλιάρα, ράπισμα, slap
Τυχαίες λέξεις
Toespeling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νύξη, υπαινιγμός, υπαινιγμό, υπαινιγμούς, συνειρμός