Verkrijgen στα ελληνικά

Μετάφραση: verkrijgen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκτώ, πραγματοποιώ, φτάνω, καταφέρω, επιτυγχάνω, κατορθώνω, προμηθεύομαι, για την απόκτηση, να αποκτήσουν, να αποκτήσει, να λάβουν, να λάβει
Verkrijgen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • boosheid στα ελληνικά - φούρκα, οργή, θυμός, θυμό, θυμού, το θυμό
  • bruisen στα ελληνικά - αφρίζω, σφυρίζω, άφρισμα, αφρίσματος, αφρισμό, αφρίζων ποτό
  • fortuin στα ελληνικά - μοίρα, πεπρωμένο, ευτυχία, ειμαρμένη, τύχη, περιουσία, τύχης, ...
  • pretje στα ελληνικά - ψυχαγωγία, διασκέδαση, τη διασκέδαση, διασκεδαστικό, διασκέδασης, διασκεδάσουν
Τυχαίες λέξεις
Verkrijgen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκτώ, πραγματοποιώ, φτάνω, καταφέρω, επιτυγχάνω, κατορθώνω, προμηθεύομαι, για την απόκτηση, να αποκτήσουν, να αποκτήσει, να λάβουν, να λάβει