Verlichting στα ελληνικά
Μετάφραση: verlichting, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aanrijding στα ελληνικά - σουξέ, βαρώ, χτυπώ, σύγκρουση, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, ...
- deelnemen στα ελληνικά - να λάβει, λάβουν, λαμβάνουν, λαμβάνει, λάβει
- ontwrichten στα ελληνικά - εξαρθρώνω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις
- opjagen στα ελληνικά - κυνηγώ, φύγε, αποδιώκω, shoo, φαβορί, πήγαινε
Τυχαίες λέξεις
Verlichting στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού
Μεταφράσεις: φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού