Vermoeid στα ελληνικά
Μετάφραση: vermoeid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαντλημένος, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- degelijkheid στα ελληνικά - φρονιμάδα, προτέρημα, αρετή, προσόν, δυνάμει, λόγω, βάσει, ...
- dirigeren στα ελληνικά - μοιράζω, ξεναγός, καθοδηγώ, μόλυβδος, διεξάγω, οδηγός, χερούλι, ...
- naïef στα ελληνικά - αφελής, αφελείς, αφελές, αφελή, παρθένα
- terugdoen στα ελληνικά - ανταμοιβή, ανταποδίνω, αμοιβή, ανταμοιβής, επιβράβευση, τρίτων
Τυχαίες λέξεις
Vermoeid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαντλημένος, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
Μεταφράσεις: εξαντλημένος, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα