Vermogend στα ελληνικά
Μετάφραση: vermogend, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλούσιος, εύπορος, κοκκινίζω, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων
Μεταφράσεις
- acclimatiseren στα ελληνικά - εγκλιματίζομαι, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί
- ophalen στα ελληνικά - σηκώνω, μοχλός, ανατρέφω, αυξάνομαι, παράγω, προσκομίζω, ασανσέρ, ...
- ruiker στα ελληνικά - μπουκέτο, μπουκέτο λουλουδιών, posy, Πόσι, άνθος
- sandwich στα ελληνικά - σάντουιτς, τύπου σάντουιτς, σάντουιτς με, επαλληλίας
Τυχαίες λέξεις
Vermogend στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλούσιος, εύπορος, κοκκινίζω, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων
Μεταφράσεις: πλούσιος, εύπορος, κοκκινίζω, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων