Verrichting στα ελληνικά

Μετάφραση: verrichting, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επενέργεια, πράξη, αγωγή, διάβημα, δράση, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, επιχείρηση
Verrichting στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bedekking στα ελληνικά - εξετάζω, σκέπασμα, απόκρυψη, καπάκι, καλύπτω, συγκάλυψη, κάλυμμα, ...
  • circus στα ελληνικά - τσίρκο, Αρένα της, τσίρκου, Circus, τσίρκων
  • omgeving στα ελληνικά - κτήση, πεδίο, χωράφι, περίχωρα, τομέας, περιοχή, κουβάρι, ...
  • plomp στα ελληνικά - αδέξιος, ατζαμής, άχαρος, αδέξια, αδέξιο, αδέξιες
Τυχαίες λέξεις
Verrichting στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επενέργεια, πράξη, αγωγή, διάβημα, δράση, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, επιχείρηση