Verzwakken στα ελληνικά
Μετάφραση: verzwakken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδυναμώνομαι, αμβλύνω, αποδυναμώνω, ελαφρύνω, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- benaderen στα ελληνικά - περίπου, να προσεγγίσει, να προσεγγίσουν, να προσεγγίσουμε, προσέγγισης, να πλησιάσει
- bourgeoisie στα ελληνικά - αστική τάξη, αστικής τάξης, μπουρζουαζία, μπουρζουαζίας, τάξη
- opzettelijk στα ελληνικά - εσκεμμένος, επίτηδες, σκόπιμα, σκοπίμως, εσκεμμένα, εκ προθέσεως
- passen στα ελληνικά - κοστούμι, στεγάζω, εξυπηρετώ, βολεύω, αρμόζω, για να χωρέσει, να χωρέσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Verzwakken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδυναμώνομαι, αμβλύνω, αποδυναμώνω, ελαφρύνω, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει
Μεταφράσεις: αποδυναμώνομαι, αμβλύνω, αποδυναμώνω, ελαφρύνω, αποδυναμώνουν, αποδυναμώσει, να αποδυναμώσει, αποδυναμώσουν, εξασθενίσει