Waaghalzerig στα ελληνικά
Μετάφραση: waaghalzerig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικίνδυνος, της τόλμης, τόλμη, τολμηρών, τολμηρές, τόλμης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afslag στα ελληνικά - ανάπαυλα, μείωση, ανακοπή, αναστολή, ελάττωση, εναιώρημα, διάλλειμα, ...
- goedvinden στα ελληνικά - άδεια, αμπάρι, συμφωνία, αρμονία, συγκατανεύω, κρατώ, συμφωνώ, ...
- inleiding στα ελληνικά - καταχώρηση, εισαγωγή, προλογίζω, σκεπτικό, είσοδος, προοίμιο, λήμμα, ...
- stoel στα ελληνικά - καρέκλα, έδρα, προεδρία, καρεκλάκι, καρέκλας, προεδρεύει
Τυχαίες λέξεις
Waaghalzerig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικίνδυνος, της τόλμης, τόλμη, τολμηρών, τολμηρές, τόλμης
Μεταφράσεις: επικίνδυνος, της τόλμης, τόλμη, τολμηρών, τολμηρές, τόλμης