Λέξη: θησαυρός
Σχετικές λέξεις: θησαυρός
θησαυρός του ατρέως, θησαυρός λογίων, θησαυρός της βαγίας, θησαυρός ελληνικών λέξεων, θησαυρός συνώνυμα, θησαυρός των σκυθών, θησαυρός υγείας, θησαυρός της ελληνικής γλώσσης, θησαυρός των γεύσεων, θησαυρός αηδονιών
Συνώνυμα: θησαυρός
απόθεμα, αποθησαυρισμός, σωρός, εγκυκλοπαιδικός θησαυρός, γνώσεων
Μεταφράσεις: θησαυρός
θησαυρός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
treasure, thesaurus, hoard, treasure of, treasury
θησαυρός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tesoro, del tesoro, tesoros, tesoro de, el tesoro
θησαυρός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kleinod, kostbarkeit, schatz, Schatz, treasure, Schatzes
θησαυρός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
estimer, trésor, priser, apprécier, garder, évaluer, amasser, trésors, un trésor, trésor de, le trésor
θησαυρός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tesoro, tesori, del tesoro, al tesoro, il tesoro
θησαυρός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
passo, riqueza, tesouro, tesouros, do tesouro, o tesouro, de tesouro
θησαυρός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schat, schatten, schatkamer, treasure, de schat
θησαυρός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сокровища, клад, деньги, богатство, сокровище, скарб, сокровищем, сокровищ
θησαυρός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skatt, skatten, Treasure, skatte, skatter
θησαυρός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skatta, skatt, skatten, skatter, treasure
θησαυρός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
helliä, arvostaa, aarre, vaalia, aarteen, aarteita, Treasure, aarretta
θησαυρός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skat, treasure, skatten, skattejagt, skatte
θησαυρός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
oceňovat, cenit, schraňovat, poklad, pokladem, važ, pokladu, pokladů
θησαυρός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
skarbnica, krocie, cenić, pielęgnować, tezauryzować, skarb, przechowywać, Treasure, skarbem, skarbów, skarbu
θησαυρός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kincs, kincset, kincse, kincses, kincseket
θησαυρός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hazine, Treasure, bir hazine, hazinedir, hazinesi
θησαυρός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скарб, цінності
θησαυρός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
thesar, thesari, thesar i, thesar të, është thesari
θησαυρός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съкровище, Съкровището, Съкровището на, съкровища, Treasure
θησαυρός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скарб
θησαυρός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hindama, varandus, aare, varanduse, treasure, aarde
θησαυρός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
riznica, blago, bogatstvo, blaga, blagom
θησαυρός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fjársjóður, Treasure, fjársjóð, sem fjársjóður, fjársjóðurinn
θησαυρός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
thesaurus
θησαυρός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lobis, Treasure, turtas, lobių, Lobio
θησαυρός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bagātība, dārgums, dārgumu, Treasure, bagātību
θησαυρός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сокровиштето, богатство, богатството, ризница, богатство на
θησαυρός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
comoară, comoara, comori, de comori, tezaur
θησαυρός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zaklad, zakladom, treasure, zaklada, zakladnica
θησαυρός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
poklad
Στατιστικά δημοτικότητας: θησαυρός
Τυχαίες λέξεις