Weldra στα ελληνικά
Μετάφραση: weldra, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baan στα ελληνικά - κείμενο, δεξίωση, φάρδος, δοκάρι, δρόμος, διάδρομος, ίχνη, ...
- elastisch στα ελληνικά - ανθεκτικός, ελαστικό, ελαστική, ελαστικά, ελαστικού, ελαστικών
- haas στα ελληνικά - λαγός, Hare, λαγού, λαγό, λαγών
- heipaal στα ελληνικά - ταχυδρομώ, πόστο, πάσσαλος, δοκάρι, σωρός, σωρό, σωρού, ...
Τυχαίες λέξεις
Weldra στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Μεταφράσεις: σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα