Wervelen στα ελληνικά

Μετάφραση: wervelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στροβιλίζομαι, δίνη, στροβιλισμού, στροβίλου, περιδίνησης, στροβιλισμό
Wervelen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • advocaat στα ελληνικά - υποστηρικτής, συνήγορος, συμβουλεύω, υπερασπιστής, καμαρίλα, δικηγόρος, συνηγορώ, ...
  • drukmeter στα ελληνικά - μανόμετρο, μετρητή πίεσης, μετρητής πίεσης, μανομέτρου, μανόμετρο πίεσης
  • gebabbel στα ελληνικά - κουβεντιάζω, κουτσομπόλης, κουτσομπολιό, κουτσομπολεύω, κουβέντα, φλυαρία, φλυαρίας, ...
  • opzicht στα ελληνικά - σχέση, υπόψη, αφορά, όσον αφορά
Τυχαίες λέξεις
Wervelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στροβιλίζομαι, δίνη, στροβιλισμού, στροβίλου, περιδίνησης, στροβιλισμό