Zaakwaarnemer στα ελληνικά

Μετάφραση: zaakwaarnemer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιπροσωπευτικός, αντιπρόσωπος, παραστατικός, παράγων, μέσο, πράκτορας, παράγοντα
Zaakwaarnemer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • af στα ελληνικά - έτοιμος, πανέτοιμος, μακριά από, από, εκτός, off, μακριά
  • guurheid στα ελληνικά - στυφότητα, οξυδέρκεια, σκληρότης, ανεπιείκεια, σκληρότητα
  • kwalificatie στα ελληνικά - πρόκριση, προσόν, Αξιολόγηση, προσόντων, προσόντα, προεπιλογής
  • stoot στα ελληνικά - χτυπώ, βρόντος, γδούπος, σουξέ, βροντώ, κρότος, σπάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Zaakwaarnemer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιπροσωπευτικός, αντιπρόσωπος, παραστατικός, παράγων, μέσο, πράκτορας, παράγοντα