Zachtaardig στα ελληνικά
Μετάφραση: zachtaardig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήπιος, πράος, ευγενικός, απαλός, ήπια, ήπιο, ήπιες, ήπιας
Μεταφράσεις
- mannelijkheid στα ελληνικά - ανδροπρέπεια, ανδρικότης, manliness, λεβεντιά, ανδρεία
- oppompen στα ελληνικά - φουσκώνω, τρόμπα, αντλία, φουσκώνω ελαστικά, ανεβάσουν, άντληση, δυναμώστε, ...
- schaakmat στα ελληνικά - χαλάκι, ματ, κάνει ματ, να κάνει ματ, κατανικώ, checkmate
- schepping στα ελληνικά - κόσμος, ύπαρξη, δημιουργία, υφήλιος, δημιουργίας, τη δημιουργία, σύσταση, ...
Τυχαίες λέξεις
Zachtaardig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήπιος, πράος, ευγενικός, απαλός, ήπια, ήπιο, ήπιες, ήπιας
Μεταφράσεις: ήπιος, πράος, ευγενικός, απαλός, ήπια, ήπιο, ήπιες, ήπιας