Zenuwachtig στα ελληνικά

Μετάφραση: zenuwachtig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νευρικός, ανήσυχος, αγχώδης, νευρικό, νευρικού, του νευρικού, το νευρικό
Zenuwachtig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • intermitterend στα ελληνικά - διαλείπων, διαλείπουσα, διακοπτόμενη, διαλείπουσας, διαλείπον
  • mutatie στα ελληνικά - μεταλλαγή, μετάλλαξη, μετάλλαξης, μεταλλάξεως, η μετάλλαξη
  • okkernoot στα ελληνικά - καρύδι, καρυδιά, ξύλο καρυδιάς, καρυδιάς, καρυδιές
  • rij στα ελληνικά - βαθμίδα, βαθμός, καβγάς, κωπηλατώ, κατατάσσω, σειρά, βαθμολογώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Zenuwachtig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νευρικός, ανήσυχος, αγχώδης, νευρικό, νευρικού, του νευρικού, το νευρικό