Átölelés στα ελληνικά

Μετάφραση: átölelés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θωπεύω, αγκαλιάζω, αγκάλιασμα, Hug, αγκαλιά, Αγκαλιάστε
Átölelés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • egybeépített στα ελληνικά - ακέραιος, ένα ενσωματωμένο, ενσωματωμένο, μια ενσωματωμένη, ενσωματωμένη, έναν ενσωματωμένο
  • kibontás στα ελληνικά - ιπτάμενος, επεκτείνουν, επεκτείνετε, επεκτείνει, να επεκτείνουν, επεκταθεί
  • láncfonál στα ελληνικά - στημόνι, στημονιού, στρέβλωσης, του στημονιού, στήμονες
  • mellfurdancs στα ελληνικά - τριβελίζω, άσκηση, τροχός
Τυχαίες λέξεις
Átölelés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θωπεύω, αγκαλιάζω, αγκάλιασμα, Hug, αγκαλιά, Αγκαλιάστε