Alagút στα ελληνικά
Μετάφραση: alagút, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τούνελ, σήραγγα, σήραγγας, της σήραγγας, σηράγγων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alagcsövezés στα ελληνικά - αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση
- alagsor στα ελληνικά - υπόγειο, υπογείου, υπόγεια, βασικής, ισόγειο
- alagútszelvény στα ελληνικά - έδρα, παγκάκι, πάγκος, έδρανο, τμήμα, το τμήμα, ενότητα, ...
- alaki στα ελληνικά - επίσημος, επίσημη, επίσημης, τυπική, επίσημες
Τυχαίες λέξεις
Alagút στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τούνελ, σήραγγα, σήραγγας, της σήραγγας, σηράγγων
Μεταφράσεις: τούνελ, σήραγγα, σήραγγας, της σήραγγας, σηράγγων