Alapvágat στα ελληνικά
Μετάφραση: alapvágat, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δρόμος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alaptétel στα ελληνικά - αξίωμα, δόγμα, δόγματος, θεωρία, διδασκαλία, το δόγμα
- alapvonal-fejlesztés στα ελληνικά - εξάπλωση, διαστολή, βασική, την έναρξη, γραμμή βάσης, αρχική τιμή, βασική γραμμή
- alapzat στα ελληνικά - βάση στήλης, πλίνθο, πλίνθος, βάθρο, πλίνθου
- alapítvány στα ελληνικά - χάρισμα, προικοδότηση, θεμέλια, θεμέλιο, ίδρυμα, θεμελίωση, Ιδρύματος
Τυχαίες λέξεις
Alapvágat στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δρόμος
Μεταφράσεις: δρόμος