Apátia στα ελληνικά

Μετάφραση: apátia, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απάθεια, Η απάθεια, την απάθεια, Αδιαφορία, απάθεια των
Apátia στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apácazárda στα ελληνικά - μονή, γυναικείο μοναστήρι, μοναστήρι, γυναικεία μονή, μοναστηριού
  • apát στα ελληνικά - ηγούμενος, ηγούμενο, ηγουμένου, ηγούμενου, abbot
  • apátság στα ελληνικά - αβαείο, μονή, Abbey, αβαείου, μοναστήρι
  • arab στα ελληνικά - αραβούργημα, αραβικός, Αραβικά, αραβική, Arabic, Αραβικό
Τυχαίες λέξεις
Apátia στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απάθεια, Η απάθεια, την απάθεια, Αδιαφορία, απάθεια των