Befordulás στα ελληνικά

Μετάφραση: befordulás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στροφή, να μετατραπεί σε, μετατρέπεται σε, μετατραπεί σε, μετατρέπονται σε, μετατραπεί
Befordulás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • befolyásos στα ελληνικά - με επιρροή, επιρροή, σημαίνοντες, σημαντικούς, επιρροής
  • befolyó στα ελληνικά - εισροής, εισρέοντα, εισρέοντος, εισρέον, εισροή
  • beforrasztás στα ελληνικά - συγκολλημένες, κολλημένες, συγκολλημένα, συγκολληθεί, κολλημένο
  • beforrás στα ελληνικά - περιβάλλον, ρυθμού επούλωσης, ρυθμός ίασης, αναλογία θεραπείας
Τυχαίες λέξεις
Befordulás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στροφή, να μετατραπεί σε, μετατρέπεται σε, μετατραπεί σε, μετατρέπονται σε, μετατραπεί