Λέξη: μεγαλειώδης

Σχετικές λέξεις: μεγαλειώδης

μεγαλειώδης συγκέντρωση στην θεσσαλονίκη, μεγαλειώδης συνώνυμα

Συνώνυμα: μεγαλειώδης

σπουδαίος, μεγαλοπρεπής, μέγας, πομπώδης, επιβλητικός

Μεταφράσεις: μεγαλειώδης

μεγαλειώδης στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
majestic, grand, grandiose, magnificent, glorious

μεγαλειώδης στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
regio, majestuoso, magnífico, grandioso, gran, grand, magnífica

μεγαλειώδης στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hoheitsvoll, königlich, erhaben, majestätisch, großartig, groß, großen, große, Grand

μεγαλειώδης στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
haut, majestueux, royal, auguste, élevé, grandiose, grande, Grand, de Grand

μεγαλειώδης στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
maestoso, regale, regio, reale, grande, gran, grandioso, Grand, grandiosa

μεγαλειώδης στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alto, majestoso, milho, elevado, eminente, real, grande, grandioso, Grand, Grão, grandiosa

μεγαλειώδης στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plechtstatig, verheven, koninklijk, majestueus, vorstelijk, hoog, statig, groots, groot, voornaam, grote, grand

μεγαλειώδης στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
возвышенный, гордый, величавый, величественный, царственный, большой, великий, грандиозный, торжественное

μεγαλειώδης στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kongelig, grand, store, storslåtte, storslått, av Grand

μεγαλειώδης στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kunglig, slagna, Grand, stora, storslagen, storslagna

μεγαλειώδης στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
korkea, jalo, keisarillinen, jylhä, kuninkaallinen, suuri, Grand, suuren, upea, suurta

μεγαλειώδης στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
grand, store, stor, storslået, af Grand

μεγαλειώδης στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
majestátní, královský, velký, grand, slavnostní, velkolepý, velkolepá

μεγαλειώδης στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
majestatyczny, wielki, wspaniały, okazały, Grand, wielka

μεγαλειώδης στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fenséges, nagy, Grand, nagyszabású, A Grand

μεγαλειώδης στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüksek, büyük, büyük bir, görkemli, Grand, genel

μεγαλειώδης στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маїс, кукурудза, великий, великої, великою, великій, велику

μεγαλειώδης στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
madhështor, lartë, i madh, madh, madhe, e madhe, grand

μεγαλειώδης στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
грандиозен, велик, величествен, Grand, Гранд

μεγαλειώδης στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
высокi, вялікі, вялікай, вялікую, вялікая, вялікае

μεγαλειώδης στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
majesteetlik, suur, Grand, suurte, suuri, on Grand

μεγαλειώδης στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vrhunsko, veličanstvenu, veličanstven, velik, Grand, velika, veliki

μεγαλειώδης στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Grand, mikilfenglegur, stóra, glæsilegur

μεγαλειώδης στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
didysis, Grand, didžiojo, didelis

μεγαλειώδης στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
karalisks, grandiozs, liels, grand, Luksemburgas

μεγαλειώδης στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
гренд, голема, големата, Големиот, Гранд

μεγαλειώδης στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
înalt, regal, mare, marele, Grand, marea, grandios

μεγαλειώδης στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
grand, veliki, Veliko, velika, Velikega

μεγαλειώδης στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
veľký, veľká, veľké
Τυχαίες λέξεις