Begyöpösödött στα ελληνικά

Μετάφραση: begyöpösödött, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
Begyöpösödött στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • begyulladós στα ελληνικά - τρομακτικός
  • begyógyult στα ελληνικά - ολόκληρος, άρτιος, ακέραιος, επουλωθεί, θεραπευτεί, θεράπευσε, θεραπευθεί, ...
  • begyújtás στα ελληνικά - πυροδότηση, ανάφλεξη, μίζα, διακόπτης, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, ...
  • behajtás στα ελληνικά - στεγαστικός, στέγαση, ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκαμψη, αποκατάστασης, ανάκαμψης
Τυχαίες λέξεις
Begyöpösödött στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπνικτικός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη