Belefoglalás στα ελληνικά

Μετάφραση: belefoglalás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπερίληψη, προσθήκη, ένταξη, ένταξης, ενσωμάτωση, καταχώριση
Belefoglalás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beleegyezés στα ελληνικά - επικυρώνω, κύρωση, συγκατάθεση, συναίνεση, συγκατάθεσή, τη συγκατάθεσή, συγκατάθεσης
  • belefeledkezés στα ελληνικά - έγνοια, ανησυχία, ενασχόληση, μέλημα, την ανησυχία
  • belehelés στα ελληνικά - αναπνοή, εισπνοή, εισπνοής, την εισπνοή, όταν εισπνέεται, της εισπνοής
  • belek στα ελληνικά - έγκατα, έντερα, εντέρων, έντερο, τα έντερα, των εντέρων
Τυχαίες λέξεις
Belefoglalás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπερίληψη, προσθήκη, ένταξη, ένταξης, ενσωμάτωση, καταχώριση