Bevásárló στα ελληνικά
Μετάφραση: bevásárló, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγοραστής, ψώνια, αγορών, Shopping, Αγορές, Εμπορικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bevándorló στα ελληνικά - μετανάστης, μεταναστών, των μεταναστών, μετανάστες, μετανάστη
- bevásárlás στα ελληνικά - ψώνια, εμπορικό, Shopping, εμπορική, εμπορικά
- bevésés στα ελληνικά - χαρακτική, χαρακτικής, εγχάραξη, εγχάραξη με, χαρακτικό
- bezabálás στα ελληνικά - λαγκάδι, φαράγγι
Τυχαίες λέξεις
Bevásárló στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγοραστής, ψώνια, αγορών, Shopping, Αγορές, Εμπορικό
Μεταφράσεις: αγοραστής, ψώνια, αγορών, Shopping, Αγορές, Εμπορικό