Engedmény στα ελληνικά

Μετάφραση: engedmény, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίδομα, επιχορήγηση, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης
Engedmény στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • engedetlen στα ελληνικά - επίμονος, ανυπάκουος, ανυπάκουοι, απειθείς, ανυπάκουη, ανυπάκουο
  • engedményes στα ελληνικά - διορίζω, αποδίδω, αναθέτω, εντολοδόχος, εκδοχέα, εκδοχέας, πληρεξούσιο, ...
  • engedményezés στα ελληνικά - δουλειά, αποστολή, ανάθεση, εκχώρηση, εκχώρησης, ανάθεσης
Τυχαίες λέξεις
Engedmény στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίδομα, επιχορήγηση, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης