Felizgató στα ελληνικά
Μετάφραση: felizgató, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναδευτήρας, εξωφρενικός, εξοργιστικό, εξοργιστική, εξοργιστικά, maddening
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- felizgatható στα ελληνικά - ορμέμφυτος
- felizgatás στα ελληνικά - διέγερση, διέγερσης, διεγέρσεως, εγρήγορσης, τη διέγερση
- feljegyzés στα ελληνικά - είσοδος, καταχώρηση, λήμμα, ρεκόρ, καταγραφή, εγγραφή, αρχείο, ...
- feljelentés στα ελληνικά - καταγγελία, έκθεση, έκθεσης, έκθεσή, αναφορά, την έκθεση
Τυχαίες λέξεις
Felizgató στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναδευτήρας, εξωφρενικός, εξοργιστικό, εξοργιστική, εξοργιστικά, maddening
Μεταφράσεις: αναδευτήρας, εξωφρενικός, εξοργιστικό, εξοργιστική, εξοργιστικά, maddening