Gól στα ελληνικά
Μετάφραση: gól, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκολ, στόχος, στόχο, στόχου, ο στόχος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gépészet στα ελληνικά - μηχανική, Μηχανικών, μηχανικής, μηχανικού, Engineering
- gézcsomó στα ελληνικά - θρυαλλίδα, φιτίλι, ξαντό πληγής, βύσματος, επίδεσμο, δομή πτυχωτής, επίδεσμος
- gólszám στα ελληνικά - σκοράρω, εικοσαριά, σκορ
- gólya στα ελληνικά - πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
Τυχαίες λέξεις
Gól στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκολ, στόχος, στόχο, στόχου, ο στόχος
Μεταφράσεις: γκολ, στόχος, στόχο, στόχου, ο στόχος