Hevítés στα ελληνικά

Μετάφραση: hevítés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυροδότηση, διακόπτης, ανάφλεξη, μίζα, θέρμανση, θέρμανσης, θερμάνσεως, τη θέρμανση, θερμαντικό
Hevítés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • heves στα ελληνικά - έντονος, έντονη, έντονο, έντονες, έντονης
  • hevesség στα ελληνικά - οξυδέρκεια, οξύτητα, οξύνοια, οξύτητας, την οξύτητα
  • hexensussz στα ελληνικά - οσφυαλγία, οσφυαλγίας, οσφυαλγίες, λουμπάγκο, lumbago
  • hiba στα ελληνικά - μειονέκτημα, αποτυχία, παράλειψη, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
Τυχαίες λέξεις
Hevítés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυροδότηση, διακόπτης, ανάφλεξη, μίζα, θέρμανση, θέρμανσης, θερμάνσεως, τη θέρμανση, θερμαντικό