Πυροδότηση στα ουγγρικά
Μετάφραση: πυροδότηση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
begyulladás, hevítés, begyújtás, izzítás, égetés, tüzelés, tüzelési, égetési, tüzelésű
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυροδότηση
πυροδότηση συνώνυμο, πυροδότηση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πυροδότηση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πυροβολώ στα ουγγρικά - csúszda, dobótávolság, súlygolyó, vadásztársaság, vadászterület, színjátszó, fellövés, ...
- πυροβόλησα στα ουγγρικά - színjátszó, puskagolyó, dobótávolság, súlygolyó, fellövés, lő, lőni, ...
- πυροσβέστης στα ουγγρικά - tűzoltó, tűzoltói, tűzoltónak, firefighter
- πυρόξανθος στα ουγγρικά - aranybarna, Auburn, gesztenyeszín, gesztenyebarna
Τυχαίες λέξεις
Πυροδότηση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: begyulladás, hevítés, begyújtás, izzítás, égetés, tüzelés, tüzelési, égetési, tüzelésű
Μεταφράσεις: begyulladás, hevítés, begyújtás, izzítás, égetés, tüzelés, tüzelési, égetési, tüzelésű