Homorú στα ελληνικά
Μετάφραση: homorú, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθουλωμένος, υπόκωφος, κούφιος, κοίλος, κοίλη, κοίλο, κοίλες, κοίλα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- homokzátony στα ελληνικά - επίπεδος, διαμέρισμα, χαμηλό αμμώδες ή κοραλιογενές νησί, Cay, Κέι
- homorulat στα ελληνικά - κοιλότητα, κοίλωμα, κοιλότητα που, βαθούλωμα, κοιλάνσεως
- homály στα ελληνικά - σκοτάδι, αφάνεια, ασάφεια, την αφάνεια, αφάνειας
- homályos στα ελληνικά - μουχρός, ασαφές, ασαφής, ασαφείς, ασαφή, σαφές
Τυχαίες λέξεις
Homorú στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, υπόκωφος, κούφιος, κοίλος, κοίλη, κοίλο, κοίλες, κοίλα
Μεταφράσεις: βαθουλωμένος, υπόκωφος, κούφιος, κοίλος, κοίλη, κοίλο, κοίλες, κοίλα