Υπόκωφος στα ουγγρικά
Μετάφραση: υπόκωφος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
homorú, beesett, üreges, medence, lyukas, Hollow, üres
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπόκωφος
υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, υπόκωφος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- υπόδικος στα ουγγρικά - terhelt, válaszoló, válaszadó, kérdezett, megkérdezett, válaszadók
- υπόθεση στα ουγγρικά - követelmény, kérdés, kézirat, töltényhüvely, ügy, eset, esetben, ...
- υπόλειμμα στα ουγγρικά - kerékcsapás, nyomvonal, lábnyom, istráng, ereklye, csökevény, nyomdok, ...
- υπόληψη στα ουγγρικά - hírnév, hírnevét, hírneve, jó hírnevét, hírnevének
Τυχαίες λέξεις
Υπόκωφος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: homorú, beesett, üreges, medence, lyukas, Hollow, üres
Μεταφράσεις: homorú, beesett, üreges, medence, lyukas, Hollow, üres