Hozzáillesztés στα ελληνικά

Μετάφραση: hozzáillesztés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασκευή, προσαρμογή, για να χωρέσει, να χωρέσει, για να ταιριάζει, να ταιριάζει, να ταιριάζουν
Hozzáillesztés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hozzácsatolás στα ελληνικά - προσάρτηση, προσάρτησης, την προσάρτηση, προσάρτησή, η προσάρτηση
  • hozzáférés στα ελληνικά - είσοδος, πρόσβαση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
  • hozzájutás στα ελληνικά - είσοδος, πρόσβαση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
  • hozzájárulás στα ελληνικά - οπισθογράφηση, επιδοκιμασία, συνεισφορά, συμβολή, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής
Τυχαίες λέξεις
Hozzáillesztés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασκευή, προσαρμογή, για να χωρέσει, να χωρέσει, για να ταιριάζει, να ταιριάζει, να ταιριάζουν