Iparkodó στα ελληνικά
Μετάφραση: iparkodó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργατικός, επιμελής, εργατικοί, εργατικό, εργατικούς, εργατικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ipari στα ελληνικά - βιομηχανικός, βιομηχανική, βιομηχανικών, βιομηχανικής, βιομηχανικές
- iparkodás στα ελληνικά - επιμέλεια, φιλοτεχνία, αγωνίζονται, προσπαθώντας, προσπαθούν, αγωνίζεται, προσπαθεί
- iparmágnás στα ελληνικά - μεγιστάνας, Tycoon, μεγιστάνα, μεγιστάνας των, μεγιστάνα των
- iparos στα ελληνικά - τεχνίτης, βιομήχανος, βιομήχανο, βιομηχάνου, βιομήχανου, βιομηχάνους
Τυχαίες λέξεις
Iparkodó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργατικός, επιμελής, εργατικοί, εργατικό, εργατικούς, εργατικές
Μεταφράσεις: εργατικός, επιμελής, εργατικοί, εργατικό, εργατικούς, εργατικές