Kérdés στα ελληνικά
Μετάφραση: kérdés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, θέμα, ύλη, νοιάζομαι, ερώτηση, ζήτημα, λόγω, ερώτημα, εν λόγω
Μεταφράσεις
- képélesség στα ελληνικά - ορισμός, οξύτητα, αιχμηρότητα, Ευκρίνεια, Sharpness, την ευκρίνεια
- kérdezés στα ελληνικά - ανάκριση, ερώτηση, ανάκρισης, ερωτήσεως, ανακρίσεις
- kéreg στα ελληνικά - γδέρνω, προβιά, δέρμα, κρούστα, φλοιό, φλοιού, κρούστας, ...
- kéregetés στα ελληνικά - επαιτεία, επαιτείας, ικετεύοντας, παρακαλώντας, ικετεύει
Τυχαίες λέξεις
Kérdés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, θέμα, ύλη, νοιάζομαι, ερώτηση, ζήτημα, λόγω, ερώτημα, εν λόγω
Μεταφράσεις: υπόθεση, θέμα, ύλη, νοιάζομαι, ερώτηση, ζήτημα, λόγω, ερώτημα, εν λόγω