Νοιάζομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: νοιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kérdés, kézirat, gondoskodás, ellátás, ellátást, gondozás, gondoskodást
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοιάζομαι
νοιάζομαι ιωσήφ, νοιάζομαι για την υγεία μου, νοιάζομαι συνωνυμα, νοιάζομαι λεξικό, νοιάζομαι μοιράζομαι, νοιάζομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, νοιάζομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- νοητός στα ουγγρικά - elképzelhető, elgondolható, elgondolkodtató
- νοθεύω στα ουγγρικά - szofista érveket fejt ki, szofista érveket fejt, szofista, szofista érveket, a szofista
- νοικάρης στα ουγγρικά - albérlő, Roomer, Roomers
- νοικιάζω στα ουγγρικά - bérelés, kibérelés, díjazás, bérlés, kiadó, bérlésre, bérleti, ...
Τυχαίες λέξεις
Νοιάζομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kérdés, kézirat, gondoskodás, ellátás, ellátást, gondozás, gondoskodást
Μεταφράσεις: kérdés, kézirat, gondoskodás, ellátás, ellátást, gondozás, gondoskodást