Kitikkadt στα ελληνικά
Μετάφραση: kitikkadt, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διψασμένος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kitettség στα ελληνικά - έκθεση, έκθεσης, την έκθεση, της έκθεσης, η έκθεση
- kitevés στα ελληνικά - έκθεση, έκθεσης, την έκθεση, της έκθεσης, η έκθεση
- kitoloncolás στα ελληνικά - απέλαση, απέλασης, απέλασή, την απέλαση, η απέλαση
- kitolulás στα ελληνικά - προεξοχή
Τυχαίες λέξεις
Kitikkadt στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διψασμένος
Μεταφράσεις: διψασμένος