Marás στα ελληνικά

Μετάφραση: marás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόψιμο, κόβω, κοπή, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Marás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • marsall στα ελληνικά - επιστρατεύω, στρατάρχης, συγκεντρώνω, αστυνόμος, τελετάρχης, δικαστικός κλητήρας, Marshal, ...
  • martalék στα ελληνικά - λάφυρα
  • maréknyi στα ελληνικά - χούφτα, λίγες, ελάχιστες, λίγα, χούφτας
  • maró στα ελληνικά - καυστικός, σαρκαστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού
Τυχαίες λέξεις
Marás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόψιμο, κόβω, κοπή, δάγκωμα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει