Meggörbülés στα ελληνικά
Μετάφραση: meggörbülés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγωγή, σοδειά, καμπυλότητα, καμπυλότητας, καμπυλότητος, κυρτότητα, καμπύλη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- meggátló στα ελληνικά - προληπτικός, προληπτικά, προληπτική, προληπτικών, προληπτικής
- meggátolás στα ελληνικά - εμποδισμός, αποφυγή, πρόληψη, Πρόληψη, Η πρόληψη, την πρόληψη, Πρόληψη της, ...
- meghagyás στα ελληνικά - εντολή, παραγγελία, διαταγή, Διάταξη, Τάξης, Ταξινόμηση
Τυχαίες λέξεις
Meggörbülés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγωγή, σοδειά, καμπυλότητα, καμπυλότητας, καμπυλότητος, κυρτότητα, καμπύλη
Μεταφράσεις: παραγωγή, σοδειά, καμπυλότητα, καμπυλότητας, καμπυλότητος, κυρτότητα, καμπύλη