Nemzetközi στα ελληνικά
Μετάφραση: nemzetközi, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεθνής, διεθνείς, διεθνή, διεθνούς, διεθνών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nemzet στα ελληνικά - έθνος, έθνους, κράτους, χώρα, χώρας
- nemzeti στα ελληνικά - εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
- nemzetközösség στα ελληνικά - κοινοπολιτεία, Κοινοπολιτείας, της Κοινοπολιτείας, Commonwealth, Κοινοπολιτειών
- nemzetség στα ελληνικά - στέλεχος, στείρα, μίσχος, γένος, γένους, είδους, του γένους, ...
Τυχαίες λέξεις
Nemzetközi στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεθνής, διεθνείς, διεθνή, διεθνούς, διεθνών
Μεταφράσεις: διεθνής, διεθνείς, διεθνή, διεθνούς, διεθνών