Nyomvonal στα ελληνικά
Μετάφραση: nyomvonal, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανιχνεύω, ίχνος, υπόλειμμα, ανακαλύπτω, τροχιά, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού
Μεταφράσεις
- nyomtató στα ελληνικά - τυπογράφος, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών
- nyomtáv στα ελληνικά - μετρητής, μετρητή, περιτύπωμα, gauge, περιτυπώματος
- nyomás στα ελληνικά - κράμπα, σύσπαση, πίεση, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του
- nyomáscsökkenés στα ελληνικά - σηκός, αποσυμπίεσης, αποσυμπίεση, ανάγκη αποσυμπίεσης, την αποσυμπίεση, αποσυμπιέσεως
Τυχαίες λέξεις
Nyomvonal στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, ίχνος, υπόλειμμα, ανακαλύπτω, τροχιά, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού
Μεταφράσεις: ανιχνεύω, ίχνος, υπόλειμμα, ανακαλύπτω, τροχιά, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού