Orsószán στα ελληνικά
Μετάφραση: orsószán, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαγόνι, άμαξα, ατράκτου, άτρακτος, άτρακτο, της ατράκτου, ατράκτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- orsócsont στα ελληνικά - ακτίνα, Παρεμβαίνουν, Παρεμβαίνει, Παρεμβαίνουν οι, ακτίνων, Παρεμβαίνει ο
- orsóhal στα ελληνικά - κύλινδρο, καρούλι, έλικτρο, ελίκτρου, Ροδέλες
- orsószár στα ελληνικά - ατράκτου, της ατράκτου, άτρακτος, άτρακτο, ατράκτωση
- ortodox στα ελληνικά - ορθόδοξος, ορθόδοξη, ορθόδοξο, ορθόδοξες, ορθόδοξης
Τυχαίες λέξεις
Orsószán στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαγόνι, άμαξα, ατράκτου, άτρακτος, άτρακτο, της ατράκτου, ατράκτωση
Μεταφράσεις: βαγόνι, άμαξα, ατράκτου, άτρακτος, άτρακτο, της ατράκτου, ατράκτωση