Pénzügy στα ελληνικά
Μετάφραση: pénzügy, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amíg στα ελληνικά - μέχρι, ώσπου, όσο, όσο διάστημα, για όσο διάστημα
- bírság στα ελληνικά - ποινή, κύρωση, πρόστιμο, προστίμου, λεπτή, ωραία, λεπτό
- lamentáció στα ελληνικά - μοιρολογώ, οδυρμός, θρηνώ, θρηνεί, εκφράζει τη λύπη, εκφράζει τη λύπη της, θρήνοι, ...
- laterna στα ελληνικά - φανός, φανάρι, φαναράκι, μαγεία, ιατρικό, μαγικό, μαγική, ...
Τυχαίες λέξεις
Pénzügy στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance
Μεταφράσεις: χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance