Püspök στα ελληνικά
Μετάφραση: püspök, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elmebeteg στα ελληνικά - μανιακός, παράφρων, τρελό, τρελός, παράφρονες, παράλογη
- gradiens στα ελληνικά - κλίση, βαθμίδα, βαθμίδωση, διαβάθμιση, κλίσης
- halogató στα ελληνικά - αργός, παρελκυστική, παρελκυστικές, παρελκυστικών, παρελκύει
- lét στα ελληνικά - ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι
Τυχαίες λέξεις
Püspök στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος
Μεταφράσεις: επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος