Pincér στα ελληνικά

Μετάφραση: pincér, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραπεζοκόμος, σερβιτόρος, σερβιτόρο, σερβιτόρου, ο σερβιτόρος, γκαρσόνι
Pincér στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elkerülhetetlen στα ελληνικά - προστακτική, αναπόφευκτος, αναπόφευκτη, αναπόφευκτο, αναπόφευκτες, αναπόφευκτα
  • eltorzítás στα ελληνικά - συστροφή, σύσπαση, εξάμβλωση, συστροφής, διαστρέβλωση
  • kézmozdulat στα ελληνικά - κυκλοφορώ, πέρασμα, στενά, περνώ, χειρονομία, κίνηση, χειρονομίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Pincér στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραπεζοκόμος, σερβιτόρος, σερβιτόρο, σερβιτόρου, ο σερβιτόρος, γκαρσόνι