Plagizáló στα ελληνικά

Μετάφραση: plagizáló, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογοκλόπος
Plagizáló στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • földmunkás στα ελληνικά - αγρότης, γεωργός, γεωργό, γεωργού, αγρότη
  • jövedelem στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, εισόδημα, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων
  • ködös στα ελληνικά - θολός, ομιχλώδης, ομιχλώδη, misty, θολό τοπίο, ομίχλη
  • mássalhangzó στα ελληνικά - σύμφωνο, σύμφωνη, συνάδει, συμφώνου, σύμφωνες
Τυχαίες λέξεις
Plagizáló στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογοκλόπος