Táguló στα ελληνικά

Μετάφραση: táguló, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεκτατικός, επέκταση, επεκτείνοντας, την επέκταση, επεκτείνεται, επέκτασης
Táguló στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alapvonal-fejlesztés στα ελληνικά - εξάπλωση, διαστολή, βασική, την έναρξη, γραμμή βάσης, αρχική τιμή, βασική γραμμή
  • csírafolt στα ελληνικά - eyespot, κηλίδωσης, κερκοσπορίωσης, κερκοσπορίωση, η κερκοσπορίωση
  • felszabadító στα ελληνικά - απελευθερώνοντας, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, την απελευθέρωση, αποδέσμευση
  • kristálytan στα ελληνικά - Κρυσταλλογραφία, Crystallography, Κρυσταλλογραφίας, Η κρυσταλλογραφία, H κρυσταλλογραφία
Τυχαίες λέξεις
Táguló στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεκτατικός, επέκταση, επεκτείνοντας, την επέκταση, επεκτείνεται, επέκτασης